- ένδικα μέσα
- Τα δικαστικά μέσα που παρέχει ο νόμος σε ορισμένα πρόσωπα –διαδίκους ή τρίτους– τα οποία έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλλουν τις αποφάσεις είτε στο ίδιο δικαστήριο που πήρε την απόφαση (ανακοπή, επανάληψη διαδικασίας, αναψηλάφηση) είτε σε άλλο δικαστήριο (αναίρεση και έφεση, που αποτελούν τα κυρίως έ.μ.). Επειδή με την άσκηση ανακοπών και ε.μ. μπορεί να παραταθούν οι εκκρεμότητες και να προκύψει σχετική ανασφάλεια δικαίου, η άσκηση των ε.μ., τόσο από άποψη διατυπώσεων όσο και από άποψη προθεσμιών, καθώς και στις περιπτώσεις στις οποίες δεν επιτρέπονται, ρυθμίζεται με αυστηρότητα και ακρίβεια από τους νέους Κώδικες Πολιτικής Δικονομίας και Ποινικής Δικονομίας. Κατά τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τα έ.μ. και οι ανακοπές ασκούνται με κατάθεση δικογράφου στη γραμματεία του δικαστηρίου που πήρε την προσβαλλόμενη απόφαση, και διαβιβάζονται, όταν απευθύνονται σε άλλο δικαστήριο (έφεση, αναίρεση), στη γραμματεία αυτού του δικαστηρίου. Κατά την κατάθεση του ε.μ. ορίζονται διατυπώσεις ανάλογες προς εκείνες της κατάθεσης της αγωγής (δίκη). Τα έ.μ. μπορούν να ασκηθούν από την ημέρα της δημοσίευσης της προσβαλλόμενης απόφασης, πριν από την επίδοση ή μέσα σε ορισμένη προθεσμία από την επίδοση των αποφάσεων. Γενικά, για την άσκηση του ε.μ. απαιτείται ο δικαιούμενος να έχει συμφέρον, δηλαδή να προσδοκά μια καλύτερη απόφαση για τα συμφέροντά του, τα οποία πρέπει με την απόφαση που προσβάλλει να έχουν υποστεί βλάβη. Γι’ αυτό, κατά κανόνα δεν επιτρέπεται στο ανώτερο δικαστήριο να χειροτερέψει τη θέση εκείνου που ασκεί το έ.μ., εκτός αν υπάρχει παράλληλα δυνατότητα να ασκηθεί έ.μ. και από τον αντίδικό του ή τον εισαγγελέα στην ποινική δίκη. Τα έ.μ. συνήθως αναστέλλουν την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων. Το ίδιο συμβαίνει και με την προθεσμία που παρέχεται για την άσκησή τους. Υπάρχουν, όμως, και εξαιρέσεις, κυρίως για επείγουσες υποθέσεις, καθώς και για εκείνες που κηρύσσονται προσωρινά εκτελεστές στην πολιτική δίκη ή για εκείνες που επιβάλλουν μεγάλες ποινές στην ποινική δίκη.
Dictionary of Greek. 2013.